Tεκμηριωνει Ο Κωστας Μαυροπουλος
Συγγραφεας - Δημοσιογραφος
Στά χέρια μου ἔφθασε ἕνα ποίημα, γραμμένο
ἀπό τόν Ἐντουάρντ
Βσεβαλόντοβιτς Ἰστόμιν,
ἕναν Ρῶσο, ὁ ὁποῖος θεραπευόταν μαζί
μέ τόν θεῖον Ἀλέξανδρον, στόν ἴδιον θάλαμον τοῦ Κεντρικοῦ Ἐπιστημονικοερευνητικοῦ Ἰνστιτούτου Αἱματολογίας καί Ἐνδοκρινολογίας τῆς Μόσχας, τόν Μάϊο
τοῦ 1977:
Στόν
Ἀλέξανδρο Πολιτίδη τοῦ Ἰωάννου:
Διώχθηκε 17 ἐτῶν,
ὑπέφερε ἀθῶος…
Ὁλόψυχα συνταράχθηκα
ἀπ’ τῆς ζωῆς
σου τά δεινά,
καί
ὅσο σ΄ ἄκουγα πιό κάτω,
μαζί
σου μ’ ἔδεσαν πολλά.
Στό
Σότσι, θέρετρο τοῦ Νότου,
σ’
ἐντυπωσιάζει ὁ
γιαλός,
οἱ
ἀρωματισμένες νύχτες,
χεριῶν
ἀνθρώπινων καρπός.
Πανάξια
τέκνα τῆς Ἑλλάδας,
ζοῦσαν
ἐδῶ ἀπό
παλιά,
κατάκτησαν
ἀετοράχες,
ἄνοιξαν τοῦνελ
σέ βουνά.
Ἀγρότες Ἕλληνες μοχθοῦσαν,
μήπως
γι’ αὐτό κάθε καρπός,
στάρι
καί φροῦτα ἀφθονοῦσαν
καί
εὐτυχοῦσε ὁ
λαός;
Θάλασσα,
γῆ, χάριζαν δῶρα,
ψαράδες
ἔφερναν ψαριές,
καμπάνες
σήμαιναν τήν ὥρα,
πιστούς
καλώντας σ’ ἐκκλησιές.
Παλάτι,
δίπλα σ’ ἐκκλησιά,
ἔχτισε ὁ πατέρας – τάμα.
Στό
κιόσκι, κάτω ἀπ’ τήν δροσιά,
ἡ οἰκογένεια ἀντάμα:
Οἱ
ἀδελφές καί ὁ
πατέρας,
ἡ μάνα Ἀργυρῶ
κι οἱ γιοί
δέν
ἀναμέναν τέτοιο τέρας,
νά
τούς ταράξη τήν ζωή.
Οὕννων
ὀρδές ἤ τσιγκιζχάνοι,
μήτε
καί Τούρκου γιαταγάνι
σᾶς
ἄνοιξαν πληγές αἰώνιες,
ἀλλά τοῦ Κόμπα οἱ
ὑπόνοιες.
Τό
ψέμα ἀλήθειες σκοτώνει,
πλήττει
τά σπίτια σάν λοιμός,
τούς
Πολιτίδηδες σκορπίζει,
τοῦ
Στάλιν ὁ κατατρεγμός.
Ποῦ
’ναι τ’ ἀδέλφια, ὁ πατέρας,
μήτε
οἱ τάφοι θά βρεθοῦν,
σύντομα
φεύγει καί ἡ μάνα,
στόν
οὐρανό θ’ ἀπαντηθοῦν;
Ἔσβησε ἔτσι ἡ
γενιά σου,
ἐσύ ἐπέζησες καί ζεῖς.
Μᾶλλον
στήν νιότη τό ὀφείλεις,
στήν
ρώμη σώματος, ψυχῆς!
Ἄντεξες ψύχος, πείνα, δίνες,
γύρισες
πίσω ζωντανός!
Καί
ξεπερνώντας τά δεινά,
Ἑστία ἔφτιαξες, παιδιά.
Καθένας
δέν μπορεῖ ν’ ἀντέξη,
μήτε
κι ἐγώ, εἰλικρινά!..
Ἄρα, χωρίς ἀτσαλωσύνη,
καί
ρίζες τῆς ζωῆς βαθιές,
δέν
θάχτιζαν Γραικοί Κεντάου,
νά
’χη τοῦ Σότσι τίς πρασιές.
Γερή
τοῦ Ἕλληνα ἡ ψυχή,
λαός
τοῦ Γλέζου, τοῦ
Ὁμήρου,
σέ
θάλαμο νοσοκομείου,
ὁ Πολιτίδης μήν βρεθῆ!
Ὅμως, χωρίς τήν κλινική,
πῶς
θά γινόταν νά βρεθοῦμε;
Ποιανού βιβλίου ἤ
φωνή,
θά
βοηθοῦσαν νά τά ποῦμε;
Εὐγνωμονῶ
τήν κλινική,
ὅπου βρεθήκαμε μαζί,
σταυρόλεξα,
ἐκεῖ στόν κῆπο,
λύναμ’
ἀντάμα, στήν στιγμή.
Ἤσουνα πρόκριτος δικαίως,
Πρόεδρος,
χάρη στό μυαλό,
γιά
τό ὑπέρμετρό σου ἦθος,
ὁμόφωνο τό εὐχαριστῶ!
Καλά
νά ζήσης στό Κεντάου,
σέ
φίλους διάβαζε στροφές,
στόν
θάλαμο τῆς κλινικῆς μας,
πίναμε
τσάϊ, νά τούς λές.
Στό
Σότσι, ἄν τύχει καί βρεθῶ,
ἀφήνοντας ἀκτή,
βουτιές,
θά
πάω σπίτι σας νά δῶ
τῶν
Πολιτίδηδων σκιές,
γαλήνη,
ἀπάντηση νά ψάχνουν,
ἀπάντηση, πού δέν τήν ἔχω
ἐγώ!..
Παραθέτω
φωτοαντίγραφο τῆς
τελευταίας σελίδας τοῦ
προτύπου μέ τίς ὑπογραφές,
γιά τοῦ λόγου τό ἀληθές!
Ὀκτώβριος
2011